Στην Ελλάδα, η άδεια άνευ αποδοχών αποτελεί ένα σημαντικό δικαίωμα για τους εργαζομένους, το οποίο τους επιτρέπει να διακόπτουν προσωρινά την εργασία τους χωρίς να λαμβάνουν μισθό, προκειμένου να αντιμετωπίσουν προσωπικές ή οικογενειακές ανάγκες.
Αν και ο θεσμός ισχύει τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, το εύρος και οι όροι χορήγησής της διαφέρουν σημαντικά ανάμεσα στις δύο αυτές κατηγορίες απασχόλησης.
Το σχετικό νομικό πλαίσιο έχει εξελιχθεί με την πάροδο των ετών, εισάγοντας διαφορετικούς τύπους αδειών και διαφορετικές διαδικασίες, ώστε να καλύπτονται όσο το δυνατόν περισσότερα σενάρια που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι.
Δείτε εδώ πώς θα υπολογίσετε την ετήσια άδειά σας

Δημόσιος τομέας
Στον δημόσιο τομέα, η άδεια άνευ αποδοχών ρυθμίζεται κυρίως από τον Υπαλληλικό Κώδικα (ν. 3528/2007) και μεταγενέστερες συμπληρωματικές διατάξεις. Υπάρχουν αρκετές διαφορετικές κατηγορίες: καταρχάς, η απλή άδεια άνευ αποδοχών που μπορεί να δοθεί έως έναν μήνα κατ’ έτος, χωρίς να απαιτείται κάποια ιδιαίτερη αιτιολόγηση, αρκεί να το επιτρέπουν οι υπηρεσιακές ανάγκες.
Πέρα από αυτήν, υπάρχει η δυνατότητα χορήγησης άδειας διάρκειας έως πέντε ετών, η οποία παραχωρείται για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους, αλλά χρειάζεται γνωμοδότηση του αρμόδιου υπηρεσιακού συμβουλίου.
Μια ιδιαίτερα σημαντική πρόβλεψη αφορά την ανατροφή παιδιού έως έξι ετών: σε αυτή την περίπτωση η άδεια άνευ αποδοχών χορηγείται υποχρεωτικά, χωρίς να απαιτείται η γνώμη συμβουλίου, αναγνωρίζοντας έτσι την ανάγκη στήριξης των νέων γονέων.
Επιπλέον, βάσει της ευρωπαϊκής νομοθεσίας που έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο, προβλέπεται γονική άδεια ανατροφής τουλάχιστον τεσσάρων μηνών, η οποία λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας και μετράει κανονικά για μισθολογικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
Τέλος, υπάρχει και η άδεια έως έξι ετών για γονείς των οποίων ο/η σύζυγος υπηρετεί στο εξωτερικό σε ελληνική υπηρεσία ή διεθνή οργανισμό, εφόσον ο εργαζόμενος έχει συμπληρώσει τουλάχιστον δύο χρόνια εργασίας.

Ιδιωτικός τομέας
Στον ιδιωτικό τομέα, η άδεια άνευ αποδοχών θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά με τον νόμο 4808/2021. Σύμφωνα με αυτόν, μπορεί να έχει μέγιστη διάρκεια ενός έτους και να παραταθεί κατόπιν νέας συμφωνίας. Η χορήγηση γίνεται μόνο εφόσον υπάρξει γραπτή ατομική συμφωνία ανάμεσα στον εργαζόμενο και τον εργοδότη, η οποία πρέπει να δηλωθεί στο πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη» και να γνωστοποιηθεί στον e-ΕΦΚΑ.
Κατά τη διάρκεια αυτής της άδειας, η σύμβαση εργασίας τελεί σε αναστολή: δεν καταβάλλεται μισθός, δεν καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές, και δεν τρέχουν υποχρεώσεις ή δικαιώματα. Με τη λήξη της άδειας, η σύμβαση «αναβιώνει» κανονικά, και ο εργαζόμενος επανέρχεται στη θέση του χωρίς απώλεια δικαιωμάτων. Πρόκειται για έναν πιο περιορισμένο και αυστηρά τυποποιημένο θεσμό σε σχέση με τον δημόσιο τομέα, αφού προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη του εργοδότη και τη συμμόρφωση σε διοικητικές διαδικασίες.
Συνολικά, μπορούμε να πούμε ότι το πλαίσιο για την άδεια άνευ αποδοχών στην Ελλάδα είναι πιο γενναιόδωρο και ευέλικτο για τους εργαζομένους στον δημόσιο τομέα, παρέχοντας δυνατότητες που φτάνουν ακόμη και σε εξαετή απουσία σε ειδικές περιπτώσεις, αλλά και προστασία των γονέων.
Στον ιδιωτικό τομέα, αντίθετα, το μέγιστο διάστημα είναι ένας χρόνος, με βασική προϋπόθεση τη συναίνεση του εργοδότη. Παρά τις διαφορές, και στους δύο τομείς η ύπαρξη της άδειας άνευ αποδοχών λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας για τους εργαζομένους που χρειάζονται χρόνο για οικογενειακούς, προσωπικούς ή άλλους σοβαρούς λόγους, χωρίς να χάνουν την εργασιακή τους σχέση.
Δείτε εδώ ποιες άδειες μπορείτε να πάρετε χωρίς την έγκριση του εργοδότη













