Ριζικές αλλαγές στο καθεστώς των μόνιμων προσλήψεων στο Δημόσιο μέσω ΑΣΕΠ προβλέπει το νομοσχέδιο το οποίο ψηφίστηκε πρόσφατα στη Βουλή και πλέον αποτελεί νόμο του κράτους.
Ο νέος νόμος στοχεύει να μειωθεί ο χρόνος που μεσολαβεί από την έγκριση του ετήσιου προγραμματισμού προσλήψεων μέχρι να πιάσουν δουλειά οι νεοπροσλαμβανόμενοι από τα 2 ή ακόμα και τα 3 χρόνια που χρειάζονται σήμερα σε λιγότερο από έναν χρόνο.
Με τις νέες αυτές ρυθμίσεις το υπουργείο Εσωτερικών φιλοδοξεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα των καθυστερήσεων στην κάλυψη των θέσεων από τους επιτυχόντες, που έχει ως συνέπεια αφενός οι υπηρεσίες να παραμένουν υποστελεχωμένες, αφετέρου οι επιτυχόντες να παραμένουν αδιόριστοι για μακρό χρονικό διάστημα.
Δείτε ακόμα: Πώς ο διορισμός στο Δημόσιο δεν είναι πια «mission impossible»
ΑΣΕΠ: «Ποινή αποκλεισμού» για όσους δεν αποδέχονται τον διορισμό
Υπό αυτό το πρίσμα, ο νέος νόμος για τις προσλήψεις προβλέπει πως όσοι πλέον διοριστούν αλλά δεν αποδεχτούν τον διορισμό ή παραιτηθούν εντός 12 μηνών δεν θα έχουν το δικαίωμα για τα επόμενα τρία χρόνια να συμμετάσχουν σε νέα διαδικασία πρόσληψης μέσω ΑΣΕΠ.
Πρόκειται για μία σκληρή τιμωρία για τους υποψηφίους που μετέχουν αδιακρίτως σε διαδικασίες προσλήψεων χωρίς να στοχεύουν σε συγκεκριμένη θέση και όταν πετυχαίνουν κάποιο διορισμό είτε δεν τον αποδέχονται, είτε μετά από λίγο παραιτούνται, με αποτέλεσμα η θέση να παραμένει κενή για πολλούς μήνες μέχρι να βρεθεί ο αντικαταστάτης.
Παράλληλα, με το νέο νόμο αυξάνεται από 5 σε δέκα 10 έτη το απαιτούμενο διάστημα που πρέπει να έχει παρέλθει από τον διορισμό ή την πρόσληψη ενός δημοσίου υπαλλήλου, προκειμένου να έχει δικαίωμα συμμετοχής σε νέα διαδικασία πλήρωσης θέσεων ίδιας ή κατώτερης κατηγορίας από αυτή στην οποία ήδη υπηρετεί.
Δείτε ακόμα: Τι αλλάζει για τους ΑμεΑ στις προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ
Μη αποδοχή διορισμού: Οι αιτίες
Το e-howto πιστεύει πως σε κάθε περίπτωση, αντί για ποινές θα ήταν μάλλον ορθότερο να αναρωτηθεί το υπουργείο του λόγους για τους οποίους οι επιτυχόντες δεν αποδέχονται το διορισμό και να βρει λύσεις, προκειμένου να τους προσελκύσει, διότι με τέτοιες πρακτικές ελλοχεύει κίνδυνος το Δημόσιο να υποστελεχωθεί περαιτέρω ή να προσλαμβάνει χαμηλότερου επιπέδου εργαζομένους, με οποίο αντίκρισμα θα έχει μια τέτοια εξέλιξη στην ποιότητα των υπηρεσιών.
Μάλλον η αύξηση των αποδοχών, η επιστροφή των δώρων και η αξιοκρατία εντός των οργανισμών, θα οδηγούσε τους υποψήφιους να αποδεχτούν τον διορισμό τους και να μην στρέφονται προς τον ιδιωτικό τομέα. Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα το μόνο που ξέρουν οι «άρχοντες» είναι οι ποινές και οι αποκλεισμοί.
Είναι δεδομένο πως το Δημόσιο δεν ελκύει, όμως είναι γεγονός πως τα υπουργεία και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης χρειάζονται προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των πολιτών.
Βέβαια, ενώ οι υποψήφιοι σπεύδουν να καταθέσουν αιτήσεις για τις θέσεις που προκηρύσσονται, ωστόσο όταν φτάνει η ώρα του διορισμού υπολογίζεται ότι ένας στους δύο γυρίζει την πλάτη στο Δημόσιο.
Η αλήθεια είναι ότι πολλοί καταθέτουν πολλαπλές αιτήσεις ελπίζοντας να πετύχουν τη θέση με λίγες ώρες απασχόλησης, άλλοι όταν έρχεται η ώρα του διορισμού έπειτα από ένα δύο περίπου χρόνια έχουν βρει δουλειά αλλού, ενώ ειδικότητες όπως αυτές της Πληροφορικής ή των Μηχανικών προτιμούν την ελεύθερη αγορά, εκτός αν πρόκειται για μητέρα με μικρό παιδί που έχει το κίνητρο των αδειών.
Σε κάθε περίπτωση το δημόσιο δεν ελκύει τους εργαζομένους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, αρχικά καταθέτουν πολλαπλάσιες αιτήσεις από τις προκηρυχθείσες θέσεις. Η καθυστέρηση στην έκδοση των αποτελεσμάτων οπωσδήποτε παίζει ένα ρόλο, δεδομένου ότι μέσα σε ένα χρόνο αρκετοί μπορεί να έχουν ήδη βρει εργασία.
Από την άλλη, λόγω των χαμηλών μισθών (1.092 μεικτά για εργαζόμενο πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, χωρίς να έχει υπολογιστεί το επίδομα παιδιού), χωρίς δώρα, επιδόματα αδείας ή πιθανότητα σημαντικής οικονομικής αναβάθμισης τα επόμενα χρόνια, οπωσδήποτε το Δημόσιο δεν είναι αποτελεί ελκυστική επιλογή για κάποιον που είναι σε θέση να βρει αλλού εργασία.
Η τακτική πάντως του «κάνω αίτηση και βλέπουμε» καθυστερεί τις διαδικασίες και εξοργίζει εκείνους που έχουν ανάγκη πραγματικά μια θέση εργασίας και έχουν κολλήσει στην ουρά.
Δείτε ακόμα: Τι είναι η αίτηση θεραπείας